Publications

Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΔΙΑΚΡΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥΡΚΙΑΣ

By: DR. CHRISTOS CLERIDES Jan. 01, 2009

Θα ήθελα  να επικεντρώσω τη σύντομη παρέμβαση μου στην πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Ιουνίου του 1999, στην 4η διακρατική προσφυγή Κύπρου κατά Τουρκίας.

Η ΄Εκθεση της Επιτροπής αυτής έχει ορισμένα πολύ θετικά στοιχεία αλλά και ορισμένα αρνητικά.

Τα θετικά στοιχεία σχετίζονται με : α. το θέμα των αγνοουμένων, β. το θέμα των εγκλωβισμένων.

‘Οσον αφορά το θέμα των αγνοουμένων, το συμπέρασμα της Επιτροπής είναι ότι η έλλειψη έρευνας, εκ μέρους της Τουρκίας, για τη διακρίβωση της τύχης τους την καθιστά υπόλογη και ένοχη για παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε σχέση με το δικαίωμα στη ζωή και την ατομική ελευθερία.

‘Οσο για το θέμα των εγκλωβισμένων, το πόρισμα της Επιτροπής είναι ότι η Τουρκία έχει παραβιάσει τα δικαιώματα τους όσον αφορά την άσκηση της θρησκείας και τη διάθεση και χρήση σχολικών βιβλίων, τα περιουσιακά τους δικαιώματα σε περίπτωση που απεβίωσαν, τα οποία σχετίζονται με τα δικαιώματα κληρονομικής διαδοχής, αλλά και την «απαλλοτρίωση» των περιουσιακών δικαιωμάτων τους σε περίπτωση που εγκαταλείπουν την κατεχόμενη Κύπρο.  Πιο σημαντικό είναι το καταδικαστικό εναντίον της Τουρκίας πόρισμα της Επιτροπής σχετικά με το δικαίωμα για ανθρώπινη μεταχείριση που κατοχυρώνουν τα άρθρα 8 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης.

Η διαπίστωση της Επιτροπής είναι ότι οι συνθήκες διαβίωσης των εγκλωβισμένων έχουν καταστεί άθλιες λόγω της πολιτικής της Τουρκίας να προωθεί τον εθνικό διαχωρισμό μέσα στο πλαίσιο της φιλοσοφίας της δικοινοτικής και διζωνικής διευθέτησης.

Η απόφαση της Επιτροπής στο θέμα αυτό, όπως συμπεριλαμβάνεται στις παραγράφους 490, 498, και 499, αποτελεί καταπέλτη κατά της Τουρκίας η οποία προώθησε και προωθεί τον εθνικό καθαρμό στην κατεχόμενη Κύπρο.

Τα πορίσματα της  Επιτροπής σε σχέση με τα θέματα των αγνοουμένων και εγκλωβισμένων δικαιώνει τις δυο αυτές ομάδες Κυπρίων πολιτών, οι οποίες για χρόνια τώρα διεκδικούν την αποτελεσματική προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους.

Αρνητικές μπορεί να θεωρηθούν οι εξελίξεις που συνδέονται με τα πορίσματα της Επιτροπής σε σχέση με την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων αντιφρονούντων στο καθεστώς Ντενκτάς και πολιτικής εποικισμού της ΄Αγκυρας.
Δυστυχώς, και έκδηλα λόγω δυσκολιών παρουσίασης με επαρκή στοιχεία και μαρτυρίες, η Επιτροπή απέρριψε στο σύνολο την αίτηση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε θέματα που αφορούν τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Τουρκοκυπρίων που βρίσκονται υπό καθεστώς δίωξης στα κατεχόμενα.

Ευτυχώς, τα πορίσματα της Επιτροπής στο θέμα αυτό δεν είναι τελεσίδικα, εφόσον το όλο θέμα θα εξετασθεί εκ νέου από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και δεν αποκλείεται η δυνατότητα στο μέλλον νέας προσφυγής, η οποία ελπίζουμε την φορά αυτή να είναι επαρκώς στοιχειοθετημένη.

Αρνητικό, επίσης, και πολύ επικίνδυνο θα έλεγα, πρέπει να θεωρείται το πόρισμα τη Επιτροπής ότι η ύπαρξη δικαστικών αρχών και εν γένει ενός δικαστικού συστήματος στα κατεχόμενα παρέχει τη δυνατότητα στους εγκλωβισμένους και Τουρκοκυπρίους αντιφρονούντες να προσφύγουν σε αυτό και να ζητήσουν αποτελεσματική θεραπεία.

Η ύπαρξη κατά την Επιτροπή του δικαιώματος αυτού στερεί ή είναι δυνατόν να στερεί το δικαίωμα προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο απευθείας, εκτός εάν έχουν εξαντληθεί πρώτα τα ένδικα αυτά μέσα ενώπιον των «τουρκοκυπριακών δικαστικών αρχών».

Η εξέλιξη αυτή είναι πολύ αρνητική και συνιστά τη φυσιολογική προέκταση, κατά την Επιτροπή, της απόφασης Τιτίνας Λοϊζίδου σύμφωνα με την οποία το καθεστώς Ντενκτάς θεωρείται σαν μια εξαρτώμενη τοπική διοίκηση της Τουρκίας (subordinate local administration), άρα και η ύπαρξη του δικαστικού αυτού συστήματος ανάγεται στην αρμοδιότητα και ευθύνη της Τουρκίας, η οποία θεωρείται ότι διατηρεί σε ισχύ ένα σύστημα εσωτερικού δικαίου το οποίο, κάτω από ορισμένες συνθήκες, θα πρέπει να εξαντλείται πριν την προσφυγή ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Οι αποφάσεις των διαφωνούντων δικαστών Ροζάκη, Barretto και Busuttil πρέπει να προωθηθούν με σθένος ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για να ανατραπεί το αρνητικό σκέλος της έκθεσης της Επιτροπής.

Οι διαφωνούντες υποστήριξαν δύο σημεία με τα οποία συμφωνούμε, ότι δηλαδή, α. δεν είναι δυνατόν να θεωρήσουμε ότι τα  εν λόγω «δικαστήρια» έχουν συσταθεί και λειτουργούν δυνάμει Νόμου, όπως προνοείται στο ΄Αρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, δεδομένου ότι το όλο καθεστώς και η ούτω καλούμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου» δεν αναγνωρίζεται διεθνώς και θεωρείται παράνομη β.  δεν είναι δυνατόν να αποδεχθούμε ότι μέσα στο εχθρικό εν γένει κλίμα των κατεχομένων, τα εν λόγω τουρκοκυπριακά «δικαστήρια» μπορεί να θεωρηθούν αντικειμενικά και ακέραια, ενώ είναι αντιφατικά για την Επιτροπή να διαπιστώνει, από τη μια σοβαρές παραβιάσεις εκ μέρους της ούτω καλουμένης «διοίκησης και νομοθετικής εξουσίας» στα κατεχόμενα σε βάρος των εγκλωβισμένων αλλά και διαπιστώνει τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης τους και, από την άλλη, να θεωρεί ότι τα ούτω καλούμενα «τουρκοκυπριακά δικαστήρια» είναι δυνατό μέσα σε αυτό το κλίμα να λειτουργήσουν αντικειμενικά και ακέραια.

Ευελπιστούμε ότι θα υπάρξει τώρα κατάλληλη αξιοποίηση των θετικών πορισμάτων της Επιτροπής που ελπίζουμε να επικυρωθούν και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στα θέματα των αγνοουμένων και εγκλωβισμένων.  Παράλληλα, ευελπιστούμε να ανατραπεί και το αρνητικό σκέλος της απόφασης της Επιτροπής και περαιτέρω να προωθηθεί νέα προσφυγή σε σχέση με τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων, εκείνων που διαφωνούν κάθετα με τον εποικισμό και την κατοχή της Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα.

Δρ. Χρίστος Κληρίδης