Έχω διαβάσει στον Τύπο, και συγκεκριμένα στην εφημερίδα «Πολίτης» ημερ. 17/9/19, κριτική που ασκεί ο συνάδελφος Πόλυς Πολυβίου για τη «δικαστική μεταρρύθμιση» την οποία αναγάγει σε διάλυση ουσιαστικά. Σεβαστές οι θέσεις του συναδέλφου.
Διαφωνώ όμως με τις θέσεις του και εξηγούμαι:
1. Τα νομοσχέδια έτυχαν επεξεργασίας από το Υπουργείο Δικαιοσύνης σε συνεχή διαβούλευση με το Ανώτατο Δικαστήριο και κατατέθηκαν με εισηγητικές εκθέσεις που υπογράφει ο ίδιος ο γενικός εισαγγελέας, η υπηρεσία του οποίου διενήργησε τον νομοτεχνικό έλεγχο. Είναι το προϊόν μιας μακράς διαβούλευσης που είχε ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης με όλους τους αρμόδιους φορείς και από ενημέρωση που είχα από τον ίδιο πριν την αποχώρησή του, φαίνεται ότι επετεύχθη μια σχετικά μεγάλη ομοφωνία για τις ρυθμίσεις που προτείνονται.
2. Η μεταρρύθμιση στη δικαιοσύνη είναι ασφαλώς απαραίτητη και δεν διαφωνούμε με τον κ. Πολυβίου επί τούτου, με στόχο να αντιμετωπισθούν, όχι μόνο οι καθυστερήσεις, αλλά να υπάρξει βελτίωση στην ποιότητα των αποφάσεων. Πιεσμένα δικαστήρια δεν βγάζουν σωστές αποφάσεις και/ή ποιοτικές και περαιτέρω, η επιλογή, προαγωγή και η διαρκής εκπαίδευση των δικαστών πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό στόχο. Σίγουρα μέσα από την εισηγούμενη μεταρρύθμιση δεν επιλύονται όλα τα προβλήματα, αλλά αναμένεται βελτίωση. Το πιο σημαντικό είναι να γίνει το πρώτο βήμα.
3. Ήδη στα πρώτα βήματα προχώρησε το Ανώτατο Δικαστήριο με τη θέσπιση νέας πρακτικής για το πότε εξαιρείται ένας δικαστής, αλλά και με το πλαίσιο το οποίο θα εφαρμόζεται για τους διορισμούς νέων δικαστών, καθώς και με τον Οδηγό Δικαστικής Συμπεριφοράς. Με το νέο σύστημα μεταρρύθμισης εγκαθιδρύεται Εφετείο ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο (16μελές) με πολλά τμήματα για να ακούει εφέσεις από πρωτόδικα δικαστήρια όλων των δικαιοδοσιών.
Αυτό νομίζω είναι ένα θετικό βήμα εφόσον εμείς ως δικηγόροι επιμέναμε ότι πρέπει να δημιουργηθεί δευτεροβάθμιο δικαστήριο και για νομικά σημεία τριτοβάθμιο. Βεβαίως, στην πραγματικότητα πολλοί ήλπιζαν ότι το τριτοβάθμιο θα ήταν πάνω από το Ανώτατο για να διορθώνει τα λάθη του. Όμως, αναμένεται ότι η δημιουργία τμημάτων θα οδηγήσει σε εξειδίκευση, άρα επιτάχυνση και ποιότητα.
4. Θετική είναι και η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου να προχωρήσει σε προσλήψεις ενός αρκετά μεγάλου αριθμού δικαστών.
5. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει ένας βασικός πυρήνας στη μεταρρύθμιση, δηλαδή η επιστροφή στο Σύνταγμα, γιατί τα νομοσχέδια καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα μεταρρυθμίσεων που δεν περιστρέφονται μόνο πέριξ του πυρήνα αυτού. Αναθεωρείται το Δικαστικό Συμβούλιο και εμπλουτίζεται και δημιουργείται περαιτέρω 16μελες Εφετείο μεταξύ άλλων.
6. Να υπενθυμίσω ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με το Ινστιτούτο Δημοσίας Διοίκησης της Ιρλανδίας έχουν υποβάλει λεπτομερείς προτάσεις, οι οποίες με λύπη μου παρατηρώ δεν υιοθετούνται πλήρως με τα προτεινόμενα νομοσχέδια, παρά την εισήγησή τους ότι δεν ήταν επιτρεπτό να διαλέξει κανείς κάποιες από τις εισηγήσεις «cherrypicking». Από την άλλη, δεν μπορώ να μηδενίσω τις σκέψεις και εισηγήσεις που γίνονται σαν πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Πρέπει να γίνουν πολλά άλλα για τα οποία εκκρεμούν τα πορίσματα και εκθέσεις εμπειρογνωμόνων εδώ και αρκετό καιρό.
7. Δεν εγκαταλείπουμε τον Νόμο 33/1964 όπως εισηγείται συνάδελφος, αλλά τον τροποποιούμε. Είναι προφανές ότι το Ενιαίο Ανώτατο Δικαστήριο δεν λειτούργησε σωστά για να έχουμε τα φαινόμενα που έχουμε σήμερα. Το γεγονός ότι σε χώρες Αγγλικού Δίκαιου δεν παρατηρείται διαχωρισμός σε επίπεδο Δημοσίου και Ιδιωτικού δικαίου στα Δικαστήρια, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη, με δεδομένο ότι στην Κύπρο εφαρμόζουμε ιδιόμορφο σύστημα δικαίου όπου παρατηρείται αυτός ο διαχωρισμός του Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου πιο έντονα από άλλες χώρες που εφαρμόζουν το Αγγλοσαξωνικό Δίκαιο. Έχουμε γραπτό Σύνταγμα και εφαρμόζουμε το Ελληνικό Διοικητικό δίκαιο. Στην Αγγλία, το Διοικητικό και το Συνταγματικό Δίκαιο είναι διαφορετικά και σε χώρες Αγγλοσαξονικού Δίκαιου δεν υπήρχε αυτός ο έκδηλός διαχωρισμός. Ο διαχωρισμός επιβάλλεται ενόψει του Κυπριακού Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έχει διαφόρων ειδών δικαιοδοσίες προληπτικής φύσεως για τη συνταγματικότητά των νόμων, αλλά και ελέγχου της συνταγματικότητάς του, αφού δημοσιευτούν.
8. Η τριτοβάθμια δικαιοδοσία δεν πιστεύω να προκαλέσει καθυστέρηση εφόσον οποιαδήποτε έφεση θα ασκείται μόνο κατόπιν αδείας για καταχώριση έφεσης για πολύ σοβαρά θέματα.
9. Για να επιταχυνθεί βεβαίως η απονομή της δικαιοσύνης δεν είναι μόνο η μεταρρύθμιση αυτή, η οποία μπορεί να συμβάλει σε αυτό, αλλά και πολλά άλλα μέτρα, όπως η μηχανογράφηση, ο εκσυγχρονισμός της Πολιτικής Δικονομίας, της διοίκησης των δικαστηρίων γενικότερα, αλλά πολύ περισσότερο η αλλαγή κουλτούρας και νοοτροπίας, τόσον των δικαστών όσον και των δικηγόρων. Η κουλτούρα που πρέπει να εμπεδωθεί είναι η ταχεία και ποιοτική εκδίκαση με κοινή προσπάθεια και συνεργασία όλων των συντελεστών.
10. Ο αριθμός των δικαστών του Εφετείου (16μελές) καθορίστηκε με βάση τις σημερινές ανάγκες, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να προσαρμοστεί ανάλογα με τις εξελίξεις. Τα τμήματα που θα δημιουργηθούν, θα ενθαρρύνουν την ειδίκευση σε συγκεκριμένους τομείς, κάτι που θα επιταχύνει την έκδοση των αποφάσεων και θα βελτιώσει την ποιότητά τους.
11. Δεν θα επηρεαστεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο το Δίκαιο της Ανάγκης και η απόφαση στην υπόθεση Ιμπραχήμ. Να σημειώσω ότι στο προοίμιο των νόμων γίνεται επίκληση του Δικαίου της Ανάγκης, άρα και της απόφασης Ιμπραχήμ. Το Δίκαιο της Ανάγκης, όπως έχει ερμηνευθεί και εφαρμοστεί από μετέπειτα νομολογία του Ανωτάτου, εξακολουθεί να ισχύει στην κυπριακή έννομη τάξη, όπου λόγω των έκρυθμων καταστάσεων εφαρμόζεται όπου υπάρχει η αδυναμία λειτουργίας προνοιών του Συντάγματος. Δεν θεωρώ ότι θα καταργηθεί το Δίκαιο της Ανάγκης με τη μεταρρύθμιση του δικαστηριακού συστήματος.
12. Οι πρόεδροι των Επαρχιακών Δικαστηρίων δεν θα διορίζονται στο Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά στο Δικαστήριο Εφετών. Κάποιοι μπορεί και στο Ανώτατο. Δεν βλέπω τι σημασία έχει αυτό στην εύρυθμη λειτουργία του νέου συστήματος. Επιπρόσθετα, να υπενθυμίσω ότι οι διορισμοί δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το Σύνταγμα δεν γίνονται υπό μορφή προαγωγών και κακώς μέχρι σήμερα εφαρμόστηκε στην πράξη αυτού του είδους η διαδικασία. Είναι προνόμιο του Προέδρου να διορίζει και από τις τάξεις των έμπειρων δικηγόρων, και αυτό θα εξακολουθήσει να υφίσταται, κάτω όμως από νέες συνθήκες και συμβουλευτικά σώματα. Όσον αφορά τους δικαστές του Ανωτάτου που θα παραμείνουν, θα είναι σε μικρότερο αριθμό.
13. Οι άλλες εισηγήσεις του συναδέλφου για βελτίωση, π.χ. διορισμό ειδικών πρωτοκολλητών για θέματα Δικονομίας, η δικαστική άδεια για καταχώριση έφεσης, η αύξηση των δικαστικών εξόδων, η τροποποίηση των διαδικαστικών θεσμών και ο διορισμός μεγαλύτερου αριθμού δικαστών, είναι ευπρόσδεκτες και ήδη λίγο ή πολύ δρομολογούνται και θα πρέπει επίσης να προωθηθούν ή συζητηθούν.
Για μένα, εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία, πέραν του ότι γίνεται ένα πρώτο βήμα, είναι να ακολουθήσουν πολλά άλλα, και ιδιαίτερα όσον αφορά την παιδεία, την επιμόρφωση και την εκπαίδευση των δικαστών, αλλά και την επιλογή τους. Εξακολουθώ να θεωρώ ότι θα πρέπει να επιλέγονται οι καλύτεροι από το δικηγορικό σώμα και οι πλέον έμπειροι, πάντοτε με αξιοκρατικά κριτήρια και με διαδικασίες διαφάνειας. Η κουλτούρα του συστήματος είναι βεβαίως πρωταρχικής σημασίας να αλλάξει. Επιβάλλεται η λειτουργία Σχολής Δικαστών το συντομότερο δυνατόν. Σε καμία περίπτωση όμως δεν θεωρώ ότι η προτεινομένη μεταρρύθμιση είναι καταστροφική, όπως καταλήγει ο συνάδελφος.
Δρ Χρίστος Κληρίδης
Καθηγητής Νομικής
Πρόεδρος του Τμήματος Νομικής
Πανεπιστημίου Frederick
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ 22.9.2019