Σύμφωνα με το άρθρο 45 (1) του Συντάγματος ο Πρόεδρος δεν υπόκειται σε ποινική δίωξη διαρκούσης της θητείας του εκτός όπως προνοείται μεταξύ άλλων στο άρθρο 45 (3).
Σύμφωνα με το άρθρο 45 (3) ο Πρόεδρος δύναται να διωχθεί ποινικά για οιονδήποτε αδίκημα ατιμωτικό και ή ηθικής αισχρότητας κατόπιν αδείας του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Την κατηγορία εισάγουσιν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 45 (4) παρ. 1 όταν ασκηθεί ποινική δίωξη ο Πρόεδρος απέχει της ασκήσεως των καθηκόντων του. Σε μια τέτοια περίπτωση αναπληρωτούται ή αντικαθίσταται από τον Πρόεδρο της Βουλής δυνάμει του άρθρου 36 (2) του Συντάγματος.
Η δίκη σύμφωνα με το άρθρο 45 (4)(2) δικάζεται από το Ανώτατο Δικαστήριο. Εις δε περίπτωση καταδίκης εκπίπτει του λειτουργήματος του.
Σύμφωνα με το άρθρο 45 (5) ο Πρόεδρος δεν διώκεται διά οιονδήποτε αδίκημα τελεσθέν υπ΄ αυτού εν τη ασκήση του λειτουργήματος του εκτός εάν βεβαίως αρθεί η ασυλία δυνάμει του άρθρου 45 (3) του Συντάγματος.
Συνεπώς διαρκούσης της θητείας του Προέδρου μπορεί να διωχθεί μόνο εφόσον δοθεί άδεια του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου για αδίκημα ατιμωτικό ή ηθικής αισχρότητας.
Αν δεν διωχθεί κατά τη διάρκεια της θητείας του με άρση της ασυλίας δεν δύναται να διωχθεί μετά τη λήξη της θητείας του εάν το αδίκημα τελέσθηκε «εν τη ασκήση του λειτουργήματος του».
Δύναται να διωχθεί μόνο για άλλα αδικήματα μετά τη λήξη της θητείας του.
Εχοντας υπόψη τις πιο πάνω πρόνοιες το συμπέρασμα είναι:
(α) Αν δεν αρθεί η ασυλία του Προέδρου διαρκούσης της θητείας του δεν δύναται να διωχθεί για οποιονδήποτε πλημέλημα ή κακούργημα μετά τη λήξη της θητείας του εφόσον διεπράχθη «εν τη ασκήση του λειτουργήματος του».
(β) Πρέπει να υποβληθεί αίτημα από το Γενικό Εισαγγελέα και το Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα για άρση της ασυλίας του Προέδρου.
(γ) Το αίτημα υποβάλλεται στον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου για άδεια δίωξης.
(δ) Για να δοθεί άδεια πρέπει το αδίκημα να είναι ατιμωτικό ή ηθικής αισχρότητας.
(ε) Την κατηγορία ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου που εκδικάζει την υπόθεση εισάγουν ο Γενικός και Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας.
Τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η ανθρωποκτονία ή η πρόκληση θανάτου διά αλόγιστης αμέλειας είναι αδίκημα που ενέχει ηθική αισχρότητα. Να σημειώσω ότι η ανθρωποκτονία είναι η πρόκληση θανάτου με υπαίτια αμέλεια (gross negligence) άρθρο 205 του Ποινικού Κώδικα ενώ η πρόκληση θανάτου διά αλόγιστης αμέλειας συνεπάγεται αμέλεια χαμηλότερου βαθμού στη διαβάθμιση των κατηγοριών της αμέλειας (άρθρο 210 του Ποινικού Κώδικα).
Εκ πρώτης όψεως ένας μπορεί να ισχυριστεί ότι η υπαίτια αμέλεια που προκαλεί θάνατο δηλαδή η ανθρωποκτονία ή ακόμη και η αλόγιστη αμέλεια δεν συνιστούν αδίκημα «ηθικής αισχρότητας». Το τι αποτελεί αδίκημα ηθικής αισχρότητας δεν έχει ερμηνευθεί εξ όσων γνωρίζω από τα Κυπριακά Δικαστήρια. Ούτε και είχαμε προηγούμενη απόφαση εφαρμογής του άρθρου 43. Θα καθοριστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο Κρίτων Τορναρίτης πρώην Γενικός Εισαγγελέας στην διατριβή του «Η Δικηγορική Δεοντολογία εν Κύπρω» ερμηνεύει την πρόνοια σε σχέση με τη θεμελίωση πειθαρχικής δίωξης δικηγόρων και άλλων επαγγελματιών.
Αναφέρει στην εν λόγω μελέτη του Β έκδοση σελ. 13, παραπέμποντας σε σχετική ερμηνευτική νομολογία τα εξής:
«Ως υπεδείχθη ήδη εις Καναδά η λέξις «ηθική» δεν προσθέτει τίποτε στη λέξη «αισχρότης» και είναι πλεονασμός οστις εχρησιμοποιήθη μόνο χάρην εμφάσεως. Τοιαύτα αδικήματα δεν περιορίζονται μόνο εις τα αδικήματα κατά των ηθών αλλά περιλαμβάνουν οιονδήποτε αδίκημα το οποίο εμπεριέχει έλλειψη εντιμότητας και παράλειψη του καθήκοντος του οφειλομένου προς τους συνανθρώπους συμφώνως προς τα παραδεδειγμένες αρχάς κοινωνικής συμπεριφοράς».
Παραπέμπει επίσης στο άρθρο 61 του Ελληνικού Ποινικού Κώδικα ο οποίος διά αποστέρηση πολιτικών δικαιωμάτων απαιτεί «ηθική διαστροφή χαρακτήρος».
Παραπέμπει στην αιτιολογική έκθεση για να καταδείξει ότι ορισμένες πράξεις από τη φύση τους προξενούν ηθική μείωση του υπαιτίου. Αρα είναι ασυμβίβαστος η ικανότητα του για εκπλήρωση ορισμένων λειτουργιών και ενάσκηση ορισμένων δικαιωμάτων. Παραπέμπει σαν παραδείγματα στα αδικήματα της κλοπής, υπεξαίρεσης ή πλαστογραφίας κλπ.
Ως κριτήριο τίθεται η εκτίμηση της πράξης από την άποψη του ατιμωτικού ονείδους η οποία πράξη προσδίδει στον υπαίτιο. Σύμφωνα με τον Κρίτωνα Τορναρίτη παρόμοια κριτήρια δυνατόν να ακολουθηθούν για την ερμηνεία του όρου «αδίκημα ενέχον ηθική αισχρότητα».
Γίνεται παραπομπή επίσης σε απόσπασμα από την απόφαση Δικαστηρίου στον Καναδά, King v. Brooks (1960), στην οποία ο Δικαστής σε σχέση με αδίκημα έκδοσης ψευδών επιταγών άνευ αξίας ανέφερε ότι αυτές οι πράξεις είναι πράξεις παραβίασης των καθηκόντων που ένα άτομο οφείλει προς τους συμπολίτες του και αντίθετη με τον παραδεκτό κανόνα του τι είναι σωστό.
Συνεπώς δεν περιορίζεται η ερμηνεία του όρου «αδίκημα ηθικής αισχρότητας» σε αδικήματα κατά των ηθών αλλά συμπεριλαμβάνει οποιονδήποτε σοβαρό αδίκημα όπως της ανθρωποκτονίας, ή της πρόκλησης θανάτου εφόσον η διάπραξη τέτοιου αδικήματος εμπεριέχει παράλειψη καθήκοντος οφειλομένου προς τον συνάνθρωπο και καταδεικνύει υπό τας περιστάσεις έλλειψη εντιμότητας.
Κανείς έντιμος συμπολίτης μας δεν συμπεριφέρεται με τρόπο που να προκαλεί το θάνατο άλλων.
Συνεπώς υπάρχει κατά τη γνώμη μου η δυνατότητα άρσης Προεδρικής Ασυλίας όπου τίθεται θέμα απώλειας ζωής από υπαίτια ή αναίτια αμέλεια κατά παράβαση των άρθρων 205 και 210 του Ποινικού Κώδικα.
Δρ. Χρίστος Κληρίδης
Δικηγόρος