Εχει συζητηθεί πάρα πολύ η παράγραφος 19 των Πορισμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Βρυξελλών η οποία αφορά την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας και το Κυπριακό.
Το Συμβούλιο χαιρέτισε τη Δήλωση της Τουρκίας «ότι είναι έτοιμη να υπογράψει το Πρωτόκολλο πριν από την ουσιαστική έναρξη των διαπραγματεύσεων» αλλά μετά την επίτευξη συμφωνίας των αναγκαίων τροποποιήσεων δεδομένης της σημερινής σύνθεσης της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.
Δεν θα σχολιάσω την αοριστία, την ασάφεια, εποικοδομητική ή μη της ορολογίας αυτής που είναι η δήλωση της Τουρκίας. Δεν είναι το αντικείμενο του σύντομου αυτού άρθρου.
Ούτε αντικείμενο του άρθρου είναι το κατά πόσο η υπογραφή του Πρωτοκόλλου συνιστά οποιαδήποτε μορφή αναγνώρισης ή κατά πόσο μη υπογραφή εμποδίζει την Τουρκία από την ουσιαστική έναρξη διαπραγματεύσεων ή ακόμη κατά πόσο η καθοριστική ημερομηνία είναι η 3.10.2005.
Περιορίζομαι στο να πω ότι η υπογραφή του Πρωτοκόλλου δεν συνιστά οποιαδήποτε μορφή αναγνώρισης εφόσον συνοδεύεται με την δήλωση της Τουρκίας ή εν πάση περιπτώσει προηγείται η δήλωση ότι η υπογραφή δεν συνιστά αναγνώριση.
2
Η αναγνώριση είναι πολιτική πράξη και όχι νομική και συνεπώς πολιτική δήλωση ότι δεν συνιστά η υπογραφή αναγνώριση αναιρεί τις οποιεσδήποτε επιπτώσεις αναγνώρισης που υπογραφή έμμεσα, δυνατόν να είχε.
Κατά τη γνώμη μου οι πιο σημαντικές παράγραφοι των Πορισμάτων είναι οι παράγραφοι 18 και 22 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Η παράγραφος 18 αναφέρεται στην πρόοδο της Τουρκίας στο εσωτερικό της και στην αναγκαιότητα της διασφάλισης των θεμελιωδών ελευθερίων και τον πλήρη σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Επιτροπή εντέλλεται να παρακολουθεί την κατάσταση και ή η Ευρωπαϊκή Ενωση θα συνεχίσει να παρακολουθεί την πρόοδο βάση της σχέσης προσχώρησης η οποία θα καθορίζει τις προτεραιότητες για τη διαδικασία μεταρρύθμισης.
Είναι ξεκάθαρο ότι η παράγραφος 18 αφορά την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό της Τουρκίας και όχι στην Κύπρο. Τούτο εξάλλου ενισχύεται και από την παράγραφο 22 σύμφωνα με την οποία «η Τουρκία πληροί επαρκώς τα πολιτικά κριτήρια της Κοπεγχάγης ώστε να αρχίσουν διαπραγματεύσεις προσχώρησης» εφόσον θέτει σε ισχύει τις έξι συγκεκριμένες νομοθετικές πράξεις που προσδιόρισε η Επιτροπή και δεν αφορούν ασφαλώς το Κυπριακό.
Επιπρόσθετα στην παράγραφο 23 που καθορίζεται το διαπραγματευτικό πλαίσιο διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση «σοβαρής και διαρκούς παραβίασης … του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών και του Κράτους Δικαίου η Επιτροπή … θα συνιστά την αναστολή των διαπραγματεύσεων ..… «.
3
Με λίγα λόγια ενώ στις 17.12.2004 η Τουρκία δεν συμμορφώθηκε με τουλάχιστον τέσσερις καταδικαστικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δηλαδή Τιτίνας Λοϊζίδου, 4ης Διακρατικής, Τύμβιου και Δημάδη κρίθηκε ότι πληροί τα πολιτικά κριτήρια της Κοπεγχάγης, ότι μπορούν να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις και ότι αν μελλοντικά υπάρξει παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εννοώντας στο εσωτερικό της Τουρκίας, τότε υπάρχει δυνατότητα αναστολής.
Και διερωτάται κανείς αφού παραβιάζονται σήμερα τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κύπρο από την Τουρκία, πώς ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις, πώς πληρούνται τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, γιατί να ξεκινήσουν καν ή δεν αναστέλλονται οι διαπραγματεύσεις;
Η απάντηση είναι απλή.
Το Κυπριακό δεν θεωρήθηκε σαν θέμα εισβολής, κατοχής και παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά αποσυνδέθηκε ή καλύτερα πήρε διαζύγιο από την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το τι πρέπει να προβληματίσει την πολιτική ηγεσία τώρα είναι πως επανασυνδέεται κατεπειγόντως υπό την προεδρία του Λουξεμβούργου η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας με τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κύπρο, προτού έρθουν τα χειρότερα με την αγγλική προεδρία το 2ο εξάμηνο του 2005 υπό την προεδρία του κ. Μπλερ, η επανεκλογή του οποίου αναμένεται, με ΥΠΕΞ πιθανόν τον κ. Στρο ή κάποιον ανάλογο.
Δρ. Χρίστος Κληρίδης
Βουλευτής Λευκωσία 3.1.2005.