Μια καταγγελία μπορεί να είναι αληθινή, μπορεί να είναι μερικώς αληθινή, μπορεί να είναι λανθασμένη ή μπορεί να είναι ψευδής. Μπορεί να γίνεται με κίνητρο του παραπονουμένου ή μπορεί να γίνεται με ένα κοινό κίνητρο, συνειδήτα / ασυνείδητα, σκόπιμα και απερίσκεπτα. Κίνητρο το οποίο μπορεί να έχει δημιουργηθεί από τον παραπονούμενο ή από μια ομάδα ατόμων, συμπεριλαμβανομένων και των ανακριτών, την αστυνομία, την οικογένεια, τους θεραπευτές, όλοι που έχουν προαποφασίσει την αλήθεια των ισχυρισμών που εξετάζουν και αποτυγχάνουν να δουν την υπόθεση αντικειμενικά.
Στην προσπάθεια μας (ως πολιτεία) να καταδικάσουμε κάποιες συμπεριφορές (σεξουαλικής κακοποίησης, εκμετάλλευσης, παρενόχλησης, βιασμού) και να βοηθήσουμε τους παραπονούμενους, φαίνεται να έχουμε ξεχάσει τις βασικές αρχές ότι όλοι είναι αθώοι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου και ότι όλοι πρέπει να τυγχάνουν της ίδιας προστασίας και ότι υπάρχει μια θετική υποχρέωση της πολιτείας να διατηρεί και να διασφαλίζει την ισότητα των όπλων σε όλες τις διαδικασίες που επιβάλλεται να γίνουν, καθώς και να παρέχει οτιδήποτε χρειάζεται για την ετοιμασία υπεράσπισης του ατόμου.
Όλοι οι εμπλεκόμενοι στη διερεύνηση τέτοιων υποθέσεων πρέπει να γνωρίζουν και να έχουν υπόψη ότι μπορεί να υπάρχουν λόγοι που ένα άτομο παρουσιάζει μια ψευδή ή λανθασμένη εκδοχή γεγονότων. Μπορεί να είναι για να δώσει μια ψευδή επεξήγηση γεγονότων ή τραυμάτων ή ασθενειών που δεν μπορεί να δικαιολογήσει με διαφορετικό τρόπο (sexually transmitted disease, falsealıbı κ.α.) σε τρίτα άτομα που ζητούν εξηγήσεις (σύντροφος, σύζυγος, κ.α.). Μπορεί να είναι για σκοπούς εκδίκησης ή απαίτησης. Μπορεί να είναι για να εξασφαλίσει συμπάθεια ή τη σημασία του ατόμου (πχ. καθηγητή, εργοδότη, δημοσιότητα κ.α.) για να δημιουργήσει απειλή με σκοπό την εξασφάλιση κάποιου άλλου στόχου (πχ. χρήματα, θέσεις, διαμάχες σε οικογενειακό δικαστήριο κ.α.), για να δικαιολογήσει το θύμα τη δική του συμπεριφορά / σύμπτωμα / πάθηση ως απότοκο του τραύματος ή επειδή ο παραπονούμενος μπορεί να πάσχει από κάποια άλλη ψυχική ασθένεια, η οποία σε συνάρτηση με τα υπόλοιπα και την καθοδήγηση των Αρχών, να δημιούργησαν αυτή την εκδοχή των γεγονότων.
Όλα τα προαναφερόμενα, το κάθε ένα ξεχωριστά αλλά και ένας συνδυασμός των πιο πάνω, είναι πραγματικά και πιθανά σενάρια που θα πρέπει να ερευνηθούν έντονα για να μπορέσει κάποιος να καταλήξει στην αυθεντικότητα των ισχυρισμών και στην αλήθεια των πραγμάτων. Τα πιο πάνω παραδείγματα είναι μερικά από τα παραδείγματα που εντοπίζονται στη βιβλιογραφία επί του θέματος.
Να επαναλάβουμε όμως ότι δεν είναι μόνο θέμα αν ο/η παραπονούμενος/η είπε την αλήθεια αλλά επίσης αν οι Αρχές που διερεύνησαν το περιστατικό είχαν την ικανότητα να ξεπεράσουν τη δική τους γνωστική προκατάληψη (cognitivebias) η οποία προκύπτει από δύο βασικά δεδομένα: 1) τη δημοσιοποίηση της «έξαρσης» τέτοιων περιστατικών και καταγγελιών, και 2) της λανθασμένης αντίληψης ότι ένα θύμα σε ευάλωτη θέση θα λέει πάντα την αλήθεια. Αυτά τα δύο μαζί δημιουργούν τη γνωστική προκατάληψη η οποία πρέπει να αναγνωριστεί, να αντιμετωπίζεται αντικειμενικά και να διερευνάται.
Ένα παράπονο θα πρέπει να διερευνηθεί και ο παραπονούμενος να αποκτήσει τον τίτλο του θύματος μόνο όταν πραγματικά φανεί ότι υπάρχει θύτης. Μέχρι τότε αποτελεί κατ’ ισχυρισμόν θύμα μετά από υπό διερεύνηση παράπονο και όλοι θα πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί στο πώς προσεγγίζουν τη διερεύνηση αυτού του παραπόνου και να έχουν πάντα υπόψη τα όσα αναφέρονται στο παρόν κείμενο.