Publications

'Η Άρνηση της Δικαιοσύνης' του Δρ. Χρίστου Κληρίδη

By: DR. CHRISTOS CLERIDES Nov. 21, 2013

   Από καιρού εις καιρόν για δεκαετίες τώρα συζητείται δημόσια το θέμα καθυστερήσεων στην απονομή της δικαιοσύνης. Όταν βεβαίως μιλούμε για καθυστερήσεις στον τομέα αυτό δεν αναφερόμαστε μόνο στον χρόνο που παίρνει να περατωθεί μία υπόθεση ενώπιον Δικαστηρίου αλλά γενικότερα και στο θέμα καθυστέρησης προώθησης και παρουσίασής της μέχρι τελεσίδικης απόφασης και εκτέλεσής της.

Το θέμα είναι πολύπλοκο και δεν μπορεί να επιλυθεί μόνο με σπασμωδικές αντιδράσεις και μεμονωμένες τροποποιήσεις οι οποίες συνιστούν απλώς χορήγηση ασπιρίνης σε βαριά ασθενή.

Στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης οι καθυστερήσεις ξεκινούν από το στάδιο διερεύνησης της υπόθεσης η οποία πολλές φορές ακόμα και για απλές υποθέσεις μπορεί να πάρει πολλούς μήνες ακόμη και χρόνια. Ευτυχώς στην Κύπρο δεν υπάρχει παραγραφή για διάπραξη αδικημάτων εκτός από ορισμένες μικροπαραβάσεις διαφορετικά θα βλέπαμε πολλούς ύποπτους ή κατηγορηθέντες να απαλλάττονται λόγω καθυστέρησης προώθησης της διαδικασίας διερεύνησης διάπραξης αδικήματος.

Από τη στιγμή που θα κατατεθεί κατηγορητήριο στο Δικαστήριο μέχρι εκδίκασης τελεσίδικα της απόφασης κατά μέσο όρο ο χρόνος εκδίκασης μιας ποινικής υπόθεσης συμπεριλαμβανομένης και τυχόν έφεσης είναι περίπου ένα έως δύο χρόνια. Όμως υπάρχουν εξαιρέσεις για σοβαρές υποθέσεις όπου η εκδίκαση αυτή καθ' εαυτή μπορεί να πάρει πολλά χρόνια βλέπε παράδειγμα την «Ήλιος» πρόσφατα και την υπόθεση «Σκορδέλη». Αν δε υπάρξει διάταγμα επανεκδίκασης από το Ανώτατο Δικαστήριο όπως π.χ. στην υπόθεση «κακοποίησης φοιτητών» τότε ο συνολικός χρόνος εκδίκασης μιας ποινικής υπόθεσης είναι πολύ μεγάλος. Αρκετά χρόνια

Ο μεγαλύτερος όγκος υποθέσεων στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης αφορά μικροποινικές υποθέσεις δια αδικήματα που τιμωρούνται μέχρι πενταετή φυλάκιση και οδηγούνται ως επί το πλείστον για εκδίκαση συνοπτικά στα Επαρχιακά Δικαστήρια. Όμως, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία τεράστια αύξηση υποθέσεων σε όγκο και η εκτίμησή μου είναι ότι αργά ή γρήγορα θα έχουμε και στον τομέα αυτό σοβαρότατα προβλήματα αν δεν λάβουμε προληπτικά μέτρα προς τις εξής κατευθύνσεις:

1. Επιτάχυνση διερεύνησης αδικημάτων και παραπομπής τους στο Δικαστήριο για εκδίκαση

2. Μείωση του όγκου των υποθέσεων που παραπέμπονται για εκδίκαση δια της μεθόδου εξώδικης παραδοχής και επιβολής προστίμου δηλαδή με συμβιβασμό του αδικήματος χωρίς να είναι ανάγκη να παραπεμφθεί η υπόθεση σε Δικαστήριο

3. Εξειδίκευση Δικαστών για εκδίκαση ποινικών υποθέσεων και μόνο αντί της στελέχωσης αυτών με εκ περιτροπής Δικαστές. Η εξειδίκευση οδηγεί και στην επιτάχυνσης της διαδικασίας και της έκδοσης αποφάσεων.

4. Βελτίωση των κανόνων ποινικής δικονομίας.

5. Εξειδίκευση με την λειτουργία μόνιμου Τμήματος Εφετείου που να εκδικάζει ποινικές εφέσεις κατ’ αποκλειστικότητα.

6. Μηχανοποίηση των πρωτοκολλητείων και την εισαγωγή του συστήματος στενοτύπησης για επιτάχυνση εκδίκασης των υποθέσεων.

Εάν στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης τα πράγματα δεν είναι δραματικά στον τομέα της απονομής της δικαιοσύνης για πολιτικές υποθέσεις οι οποίες αφορούν διαφορές μεταξύ ως επί το πλείστον ιδιωτών αστικής φύσης η κατάσταση είναι πλέον τραγική.

Όταν ξεκίνησα την καριέρα μου σαν νεαρός δικηγόρος το 1982 είχαν την τόλμη σε συνέντευξη που έδωσα στον δημοσιογράφο Μακάριο Δρουσιώτη να χαρακτηρίσω την δικαιοσύνη σαν «δικαιοσύνη των μετριοτήτων» σε μια εποχή όπου η κριτική κατά της «ιερής αγελάδας» της δικαιοσύνης εθεωρείτο αίρεση. Κινδύνευσα να παραπεμφθώ σε πειθαρχικό αλλά τελικά επεκράτησαν σοφότερες σκέψεις αφού διαπιστώθηκε ότι η κριτική την οποία άσκησα ήταν κατατοπισμένη και τεκμηριωμένη. Τότε ο μέσος όρος εκδίκασης πολιτικής αγωγής ήταν δύο χρόνια στο Επαρχιακό και ένα χρόνο περίπου στο Εφετείο δηλαδή στο Ανώτατο. Οι Εφέτες ήταν εννέα και οι Επαρχιακοί Δικαστές ίσως το ½ των όσων είναι σήμερα. Βεβαίως και ο όγκος των υποθέσεων ήταν πολύ μικρότερος. Όμως οι διαδικασίες περατώνονταν ενωρίτερο κατά τη γνώμη μου για τρεις βασικούς λόγους:

1. Έμπειροι δικηγόροι και έμπειροι Δικαστές συναισθανόμενοι το βάρος της ευθύνης σαν λειτουργοί της δικαιοσύνης συνέτειναν έτσι που το μεγαλύτερο μέρος των υποθέσεων να συμβιβάζεται. Η «μνεία» ήταν ουσιαστική «μνεία».

2. Έμπειροι και καλά προετοιμασμένοι δικηγόροι αλλά και Δικαστές συνελάμβαναν την ουσία του θέματος και της διαφοράς και συνέτειναν στην ταχεία εκδίκαση της υπόθεσης με αποτελεσματικότερο τρόπο.

3. Δεν υπήρχε τότε στον τομέα αυτό είτε ο άτυπος θεσμός των «γραπτών αγορεύσεων» είτε ο θεσμοθετημένος σε επίπεδο Ανωτάτου Δικαστηρίου με αποτέλεσμα πολλές φορές η διαδικασία να είναι ταχύτερη έστω και αν καθιστούσε το έργο του Δικαστή δυσκολότερο υπό την έννοια ότι με τη μέθοδο των «γραπτών αγορεύσεων» το Δικαστήριο έχει ενώπιον του το υλικό όπως νομολογία, νόμους, άρα θεωρητικά το έργο του καθίσταται ευκολότερο για την έκδοση της απόφασης. Όμως αναπόφευκτα η διαδικασία αυτή συνδράμει στην καθυστέρηση εκδίκασης των υποθέσεων.

Σήμερα ο μέσος όρος εκδίκασης μίας πολιτικής αγωγής από την ημερομηνία καταχώρησής της στο Επαρχιακό Δικαστήριο ή σε Δικαστήριο εξειδικευμένης δικαιοδοσίας μέχρι έκδοσης απόφασης είναι τουλάχιστον πέντε έως έξι χρόνια. Χρειάζονται τουλάχιστον τρία χρόνια στο Επαρχιακό και άλλα τρία στο Εφετείο. Αν φανταστεί κανείς ότι δεν λειτουργεί και τριτοβάθμιο Δικαστήριο ο χρόνος αυτός είναι πολύ μεγάλος. Αν λειτουργούσε και τριτοβάθμιο δικαστήριο δεν θα εκπλαγόμουν αν ο μέσος όρος θα ήταν πλέον εννέα χρόνια!!

Έχουν γραφτεί πολλά τις τελευταίες δεκαετίες για τα αίτια αλλά να μου επιτρέψετε να μεταφέρω την δική μου εμπειρία σαν δικηγόρος στη μαχόμενη δικηγορία από το 1982.

1. Οι κανόνες Πολιτικής Δικονομίας, δηλαδή οι κανόνες που διέπουν τους κανόνες στη βάση των οποίων θα διεξαχθεί μία δίκη από τα αρχικά μέχρι και τα στάδια εκτέλεσης είναι απηρχαιωμένοι. Ως επί το πλείστον λειτουργούμε στη βάση των κανόνων του λευκού βιβλίου «White Book» που εφαρμόζετο στην Αγγλία το 1954 με ορισμένες τροποποιήσεις. Οι κανόνες αυτοί πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν από το Ανώτατο Δικαστήριο που είναι το Συνταγματικά αρμόδιο σώμα. Να απλοποιηθούν, να εκσυγχρονιστούν με στόχο την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης. Δεν μπορεί π.χ. μια αίτηση για τροποποίηση ενός δικογράφου να χρειάζεται γραπτή αίτηση, να καταχωρείται ένσταση και να παίρνει περίπου έξι μήνες ως ένα χρόνο να αποφασιστεί. Τροποποιήσεις γίνονται αυτόματα στα πρώιμα στάδια και θα έλεγα επίσης ότι και οι πλείστες των ενδιάμεσων αιτήσεων θα έπρεπε να υποβάλλονται προφορικά (by motion) και μόνο και να αποφασίζονται ex tempore. Δηλαδή από έδρας και την ίδια ώρα. Αν θα υπήρχε κάποια ανάγκη για γραπτή αίτηση αυτή θα έπρεπε να διεκπεραιώνεται εντός ενός μηνός το αργότερο. Αυτά είναι ορισμένα παραδείγματα. Δεν μου επιτρέπει ο χρόνος να επεκταθώ.

2. Είναι απαράδεκτο τα Δικαστήριο και το Πρωτοκολλητείο να λειτουργούν έως αν σαν να μην έχει ακόμη εφευρεθεί ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και τα ηλεκτρονικά προγράμματα. Δικόγραφα και έγγραφα του Δικαστηρίου έπρεπε να είναι δυνατόν να καταχωρούνται και να καταβάλλονται τα οποιαδήποτε δικαιώματα ηλεκτρονικά πλέον. Ο χρόνος ο οποίος κατασπαταλείται από όλους τους συντελεστές δια καταχώρηση και προώθηση εγγράφων στο Δικαστήριο με το γραφειοκρατικό σύστημα της αποικιακής Κύπρου δεν βοηθά στην ταχεία διεκπεραίωση των υποθέσεων.

3. Η στενοτύπηση των πρακτικών είναι απαραίτητη για όλα τα Δικαστήριο πλέον. Είμαστε στο 2013 και υπάρχουν Δικαστές που ούτε καν στενογράφο δεν διαθέτουν και αναγκάζονται να καταγράφουν τη μαρτυρία δια χειρός τη στιγμή που είναι γνωστό ότι με σύστημα στενοτυπίας υπάρχει ροή με τάχιστους ρυθμούς και εκτύπωση των πρακτικών άμεσα των όσων λέγονται ενώπιον Δικαστηρίου. Αυτό σημαίνει καλύτερη ποιότητα, καλύτερη και ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης και ετοιμασίας των πρακτικών άρα και επίσπευση των εφέσεων.

4. Ένας μεγάλος αριθμός υποθέσεων που παραλύουν ουσιαστικά το Ανώτατο Δικαστήριο και το παρεμποδίζουν στην ταχεία εκδίκαση πολιτικών υποθέσεων αφορούν διοικητικές προσφυγές, διορισμούς και προαγωγές δημόσιων υπαλλήλων. Υπάρχει βεβαίως εισήγηση για την δημιουργία Διοικητικών Δικαστηρίων με πρόσληψη νέων Δικαστών για εκδίκαση υποθέσεων αυτής της φύσεως και άλλων στο πλαίσιο του Διοικητικού Δικαίου. Εκτός του ότι η λύση αυτή θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό δεν θα επιλύσει νομίζω το πρόβλημα αν και θα το απαυλήνει σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον στο επίπεδο του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Εκείνο το οποίο έπρεπε να προβληματίσει είναι το ενδεχόμενο όχι δημιουργίας Διοικητικών Δικαστηρίων αλλά διαδικασιών ιεραρχικής προσφυγής σε Τμήμα Αναθεωρητικών Εφέσεων της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας που θα εξέταζε κατ’ έφεση αποφάσεις της ίδιας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. Μόνο σε περιορισμένες περιπτώσεις π.χ. για «λάθος νόμου» (error of Law) να παραπέμπεται η υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο για τελική απόφαση από μονομελή σύνθεση.

5. Οι ίδιοι οι δικηγόροι και οι Δικαστές συντείνουν στην καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης. Δεν τηρούν τις προθεσμίες δια διάφορους λόγους και επί τούτου θα έπρεπε να υπάρχουν κυρώσεις. Οι υποθέσεις δεν ορίζονται “day in day out” δηλαδή για συνεχιζόμενη περίοδο, να ξεκινούν και να τελειώνουν. Έχουμε το φαινόμενα μια δίκη να διαρκέσει και χρόνια. Χρειάζεται καλύτερος προγραμματισμός και συνεργασία Δικηγόρων/Δικαστών.

6. Η πρωτοφανής έλλειψη ενεργού νόμου δια παραγραφές από το 1963/1964 όταν ανεστάλησαν οι νόμοι αυτοί λόγω της έκρυθμης κατάστασης συντείνει τα μέγιστα στην καθυστέρηση και προώθηση υποθέσεων. Καταρχάς, με ορισμένες εξαιρέσεις, όποτε θέλει κάποιος μπορεί να κινήσει αγωγή έστω και αν πέρασαν πολλά χρόνια από την έγερση του δικαιώματος. Ακόμα υπάρχει και το δικαίωμα απόσυρσης και καταχώρησης νέας χωρίς τον κίνδυνο παραγραφής. Συντείνει και αυτό στην καθυστέρηση. Είναι καιρός να ενεργοποιηθεί πλέον το νομικό πλαίσιο παραγραφής για όλες τις υποθέσεις και οι οποιεσδήποτε περαιτέρω αναστολές να καταργηθούν χωρίς άλλη καθυστέρηση.

7. Ορισμένου τύπου διαφορές θα μπορούσαν και έπρεπε να επιλύονται εξωδικαστηριακά. Θα πρέπει να υπάρξει βελτίωση του νομικού πλαισίου που αφορά την διαιτησία και διαμεσολάβηση για επίλυση διαφορών σε όλο το φάσμα του αστικού δικαίου κατά το πρότυπο άλλων χωρών. Έμπειροι δικηγόροι της μαχόμενης δικηγορίας θα έπρεπε μέσα σε θεσμοθετημένο πλαίσιο να αναλαμβάνουν, σαν «Διαμεσολαβητές», «Διαιτητές», με διορισμό από τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο, να επιλύουν διαφορές. Αυτό θα βοηθούσε και τους Δικηγόρους αλλά και την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης.

8. Φοβερές καθυστερήσεις παρατηρούνται και λόγω ανεπάρκειας των μηχανισμών εκτέλεσης των αποφάσεων. Το δίκαιο το οποίο ως επί το πλείστον εντοπίζεται στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6 και στους Κανόνες Πολιτικής Δικονομίας, είναι περίπου το ίδιο με ορισμένες μικροβελτιώσεις όπως θεσπίστηκε επί Αγγλοκρατίας χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στη κοινωνία, στην οικονομία και στην τεχνολογία. Ο τρόπος εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων μέσω των δικαστικών επιδοτών απεδείχθη αναποτελεσματικός και πλήττει τα θεμέλια της δικαιοσύνης. Το θέμα μπορούσε να βελτιωθεί τα μέγιστα και με νομοθετικές ρυθμίσεις αλλά και με πρακτικές.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω καθίσταται πλέον έκδηλο ότι δεν θα λυθούν τα προβλήματα με «πατσιαρίσματα». Έχω την άποψη ότι θα πρέπει να συσταθεί Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, κατά το πρότυπο της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για την Αναθεώρηση του Οικογενειακού Δικαίου την περίοδο 1982-1985 η οποία να απαρτίζεται από Δικαστές και Δικηγόρους με εντολή να ετοιμάσει έκθεση με εισηγήσεις και νομοσχέδια μέσα σε τακτή προθεσμία που να μην υπερβαίνει το ένα έτος και στη συνέχεια τα νομοσχέδια αυτά να τεθούν ενώπιον του Νομοθετικού Σώματος για άμεση έγκριση και προώθηση σε συνεργασία με το Ανώτατο Δικαστήριο για τροποποίηση των θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Το θέμα δεν θα επιλυθεί απλώς με την αύξηση του αριθμού των Δικαστών που πολλοί ασπάζονται ή του προσωπικού των Δικαστηρίων. Μπορεί να επιλυθεί αν αντιμετωπισθούν τα πιο πάνω και πολλά άλλα θέματα τα οποία ο χρόνος δεν επιτρέπει να αναπτύξω όπως μεταξύ άλλων και μέσα από την εξειδίκευση των Δικαστών σε συγκεκριμένα θέματα. Το να «περιφέρεις» Επαρχιακούς Δικαστές από τα Ποινικά Δικαστήρια στα Αστικά Δικαστήρια ή πίσω στα Ποινικά ή σε διάφορες δικαιοδοσίες δεν βοηθά στην εξειδίκευση αλλά και στην ταχεία απονομή της δικαιοσύνης. Το να αυξάνεις την καθ’ ύλη αρμοδιότητα όσον αφορά τις κλίμακες των Δικαστηρίων καταλήγει απλώς στο να φορτώνει ορισμένους δικαστές με τεράστιο όγκο υποθέσεων και να ελαφρύνει άλλους χωρίς να επιτυγχάνεται ο στόχος της επιτάχυνσης της δικαιοσύνης.

Ας πάρουμε λοιπόν στα σοβαρά το θέμα και ας προχωρήσουμε επιτέλους από τα λόγια στη πράξη γιατί η δικαιοσύνη η οποία καθυστερεί δεν είναι τίποτε άλλο παρά άρνηση της δικαιοσύνης. Η Κύπρος έχει καταδικαστεί πολλές φορές από το Ευρωπαικό Δικαστήριο για καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης. Θεσπίστηκε νομοθεσία για να αποφευχθούν οι καταδίκες αυτές σύμφωνα με την οποία παράπονα για καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης εκδικάζονται πλέον από τους Προέδρους των Επαρχιακών Δικαστηρίων και κατ’ έφεση από το Ανώτατο. Το τι πέτυχε ο μηχανισμός αυτός στα λίγα χρόνια που λειτούργησε είναι να επιδεινώσει το πρόβλημα γιατί απλούστατα αποφύγαμε μεν προσωρινά τις καταδίκες αλλά αυτό συνέτεινε στο να σκουπίσουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι ίδιοι οι Δικαστές δεν είναι κατάλληλοι να εκδικάζουν τους συναδέλφους τους δια καθυστερήσεις και όταν ακόμη το πράξουν τούτο και η υπόθεση οδηγηθεί στο Εφετείο και πάλι εκεί παρατηρείται η γνωστή καθυστέρηση. Δηλαδή η εκδίκαση του παραπόνου για καθυστέρηση εκδικάζεται από τον ίδιο τον μηχανισμό με αποτέλεσμα το ίδιο το παράπονο για να εκδικαστεί να θέλει πέντε – έξι χρόνια!.


21/11/2013
Δρ. Χρίστος Κληρίδης
Δικηγόρος