Publications

Η ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΔΟΜΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ - ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ του Δρ. Χρίστου Κληρίδη

By: DR. CHRISTOS CLERIDES Nov. 23, 2016

Ιστορικό Πλαίσιο:

 

1.         Το Δικαστηριακό σύστημα στην Κύπρο παρέμεινε ουσιαστικά αναλλοίωτο από το 1878 περίπου με την εισαγωγή του από τους Αγγλοκράτες.

Το νέο καθεστώς που εισήχθη επί Αγγλοκρατίας το 1878-1879 και 1882[1] περιγράφεται από τον αείμνηστο νομικό Α. Κ. Αιμιλιανίδη[2] ως εξής:

«Δικαστήρια. Όταν η Μ. Βρεττανία κατέλαβε την νήσον, ελειτούργουν εν Κύπρω ως δικαστήρια γενικής δικαιοδοσίας τα λεγόμενα «Τααβή» απαρτιζόμενα εκ πέντε μελών:  δύο Ελλήνων καί δύο Οθωμανών υπό την προεδρίαν τού καδή.  Τα δικαστήρια ταύτα ήδρευον ανά έν εις τήν πρωτεύουσαν εκάστης επαρχίας καί είχον περιωρισμένην αστικήν καί ποινικήν δικαιοδοσίαν. Αι αποφάσεις τών υπέκειντο εις έφεσιν ενώπιον του « Τεμγίζ», είδους εφετείου εν τούτω καί ακυρωτικού, εδρεύοντος εν Λευκωσία καί αποτελουμένου εξ επτά μελών, τριών Ελλήνων καί τριών Οθωμανών, υπό τήν προεδρία τού καδή Λευκωσίας. Ήτο δέ τό δικαστήριον τούτο ταυτοχρόνως καί τό κακουργιοδικείον τής νήσου.

 

Δικαστήρια ειδικής δικαιοδοσίας υφίσταντο δύο: το Εμποροδικείον εν Λάρνακι, ήτις επί τουρκοκρατίας ήτο η μόνη πόλις με εμπορικήν τινα κίνηση καί τά ιεροδικαστήρια «Μακεμέ – ι - Σιερί», τών οποίων η δικαιοδοσία περιωρίζετο μόνον μεταξύ τών μουσουλμάνων διά ζητήματα γάμου, διαζυγίου, διατροφής και κληρονομίας. Τά ιεροδικαστήρια εφήρμοζον τας αρχάς τού ιερού ισλαμικού δικαίου καί αι αποφάσεις των υπερβάλλοντο κατ’ έφεσιν ενώπιον τού Ιερού Συμβουλίου τού εδρεύοντος εν Κωνσταντινούπολει παρά τω Σεϊχουλισλαμάτω.

Το καθεστώς τούτο εξέλιπε, κατά φυσικόν λόγο, μετά την Βρεττανικήν κατοχήν. Δια του νόμου εν πρώτοις της 17 Ιανουαρίου 1879, ψηφισθέντος υπό του διοριζόμενου κατά την εποχή εκείνη Νομοθετικού Συμβουλίου της νήσου, ιδρύθη εν Λευκωσία Ανώτατον Δικαστήριον υπό την προεδρίαν του Μεγάλου Αρμοστού, το οποίον είχε δικαιοδοσίαν εφ’ όλων των υποθέσεων εκτός των ειδικώς δια της συνθήκης του 1878 υπαγομένων εις τα οθωμανικά ιεροδικαστήρια. Βοηθοί δικασταί διορίζοντο υπό του Μεγάλου Αρμοστού και εις τας λοιπάς πόλεις της νήσου. Αλλά και η δια του νόμου τούτου δημιουργηθείσα κατάστασις υπήρξεν προσωρινή, διαρκέσασα μέχρι του 1882 οπότε, δι’ Αυτοκρατορικού Διατάγματος, ετέθησαν αι βάσεις της αναδιοργανώσεως της Κυπριακής Δικαιοσύνης.1

 

Δια του Διατάγματος τούτου ιδρύθησαν ορισμένα μονομελή δικαστήρια καλούμενα κωμοδικεία έχοντα περιορισμένην ποινικήν και αστικήν δικαιοδοσίαν. Επίσης ιδρύθησαν εξ επαρχιακά δικαστήρια, εδρεύοντα εις τας πρωτεύουσας των εξ επαρχιών της νήσου και αποτελούμενα εξ ενός Άγγλου ως προέδρου ενός ‘Ελληνος και ενός Οθωμανού ως παρέδρων.  Η διαδικασία των επαρχιακών δικαστηρίων εξετείνετο εφ’ όλων των ζητημάτων αστικής και εμπορικής φύσεως και μόνον ως προς τας ποινικάς υποθέσεις περιωρίζετο η δικαιοδοσία των μέχρι των πταισμάτων και πλημμελημάτων και της προανακρίσεως δια τα κακουργήματα.

 

Το κακουργοδικείον δεν είχεν μόνιμον έδραν, αλλά περιήρχετο εκ περιτροπής τας εξ πόλεις της νήσου, απηρτίζετο δε εκ του αρχιδικαστού, ως προέδρου, εξ ενός Άγγλου βοηθού δικαστού του Εφετείου (Puisne Judge) και των τριών επαρχιακών δικαστών της οικείας επαρχίας.

 

Δια τας εφέσεις αστικής φύσεως ιδρύθη εν Λευκωσία Εφετείον, αποτελούμενον εκ του αρχιδικαστού και του βοηθού του, αμφοτέρων Άγγλων των οποίων αι αποφάσεις  επί υποθέσεων 300 λιρών και άνω υπέκειντο, υφ’ ορισμένας προϋποθέσεις, εις έφεσιν ενώπιον της εν Λονδίνω Δικαστικής Επιτροπής του ιδιαίτερου Συμβουλίου του Ανακτος (Judicial Committe of the Privy Council). Ακυρωτικόν  Δικαστήριο Δικαστήριον δεν υφίστατο, ούτε το σύστημα των ενόρκων.

 

Χαρακτηριστικόν επίσης είναι ότι ιθαγενείς δικασταί δεν ηδύναντο να αποφασίσωσιν επί διαφορών, κατά τας οποίας είτε αμφότεροι οι διάδικοι, είτε ο εναγόμενος μόνος, ή προκειμένου περί ποινικών ο κατηγορούμενος, ήσαν ξένοι υπήκοοι. Η δικαιοδοσία των Ελλήνων όσων και Οθωμανών δικαστών περιωρίζετο μόνον εις τους Κυπρίους. Δια τας άλλας ως άνω υποθέσεις εδίκαζον μόνον οι ΄Αγγλοι δικαστές».

 

Το Δικαστηριακό Πλαίσιο:

 

2.         Η ραχοκοκαλιά του Δικαστηριακού Συστήματος στη Κύπρο είναι τα Επαρχιακά Δικαστήρια[3]και η κεφαλή σε πολλαπλές δικαιοδοσίες το Ανώτατο Δικαστήριο[4]. Είναι γεγονός ότι επί ανεξαρτησίας με εξειδικευμένες Νομοθεσίες δημιουργήθηκαν ειδικά Δικαστήρια σε σχέση με θέματα Ενοικιάσεων[5], Οικογενειακού Δικαίου[6], Εργατικών Διαφορών[7] και στον τομέα του Διοικητικού Δικαίου π.χ. σε σχέση με Ιεραρχικές Προσφυγές στον τομέα των προσφορών του Δημοσίου[8] και από το 1964 με την δημιουργία της Εθνικής Φρουράς λειτουργεί παράλληλα το Στρατοδικείο[9] το οποίο επιλαμβάνεται υποθέσεων που αφορούν τον Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα για έφεδρους στρατιώτες και για μόνιμους αλλά και κληρωτούς. Πρόσφατα με την 8η τροποποίηση του Συντάγματος κατέστη δυνατή η δημιουργία Διοικητικού Δικαστηρίου[10].

 

Προβλήματα.

 

3.   Το σύστημα γενικώς λειτούργησε καλά με δύο όμως σημαντικά προβλήματα τα οποία εντοπίζονται πλέον και χρήζουν άμεσης επίλυσης. Το ένα εξ αυτών αφορά την ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης. Είναι κοινή διαπίστωση ότι η Κύπρος υστερεί . Βασική αρχή παραμένει ότι δικαιοσύνη η οποία αργεί δεν είναι δικαιοσύνη (justice delayed is justice denied ).

 

Το δεύτερο πρόβλημα αφορά σε ορισμένες περιπτώσεις την ποιότητα των Δικαστικών Αποφάσεων αλλά και των Δικηγόρων. Η ποιότητα των Δικαστικών Αποφάσεων σε ορισμένες περιπτώσεις σχετίζεται και με τον τρόπο του διορισμού Δικαστών, ανέλιξης τους, συνεχούς επιμόρφωσης τους, ειδίκευσης, εμπειρίας τους αλλά και με το ευρύτερο σύστημα δηλαδή αριθμό Δικαστών την πίεση χρόνου το δικονομικό και αποδεικτικό πλαίσιο αλλά και την ποιότητα του ουσιαστικού Δικαίου. Σε πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου Κύπρου διαπιστώθηκε εξ’ άλλου ότι περίπου 40% των Εφέσεων είναι επιτυχείς[11]. Η ποιότητα των Δικηγόρων εξαρτάται και από την ειδίκευση τους και πολλούς άλλους παράγοντες όπως τις εμπειρίες τους, τη συνεχή επιμόρφωση τους αλλά και το πλαίσιο εφαρμογής και τήρησης των Κανόνων Δεοντολογίας.

 

 

Το γεγονός ότι υπάρχουν προβλήματα  στο τομέα της ταχύτητας απονομής της Δικαιοσύνης διαπιστώθηκε πρόσφατα όχι μόνο από δημόσιες δηλώσεις του αρμόδιου Υπουργού Δικαιοσύνης κ.Ιωνά Νικολάου αλλά και του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Μύρωνα Νικολάτου, του Προέδρου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου κ.Δώρου Ιωαννίδη, του Γενικού Εισαγγελέα κ. Κώστα Κληρίδη αλλά και συλλογικά από το ίδιο το Ανώτατο Δικαστήριο στην Έκθεση του Ιουνίου του 2016.  Από την άλλη οι Δικηγόροι εκφράζουν παράπονα για την ποιότητα ορισμένων αποφάσεων αλλά και οι ίδιοι αντιμετωπίζουν κριτική από Δικαστές αλλά και πελάτες τους και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Στην Έκθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου 2016 επισημαίνεται η αναγκαιότητα επιμόρφωσης των Δικαστών. Η Κύπρος υστερεί στον τομέα αυτό σαν η μόνη χώρα στην ΕΕ άνευ συστήματος για τη συνεχή επιμόρφωση των Δικαστών[12]. Σε μικρότερη έκταση το πρόβλημα αντιμετωπίζουν ακόμα και έμπειροι Δικηγόροι.

 

Στην τελευταία αυτή έκθεση των Δικαστών Γ. Ερωτοκρίτου, Δέσπως Μιχαηλίδου και Αντώνη Λιάτσου επισημαίνονται τα προβλήματα:

 

«Έκθεση Ανωτάτου Δικαστηρίου 2016»:

 

4.  Στην πρόσφατη Έκθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου 2016, «Για τις Λειτουργικές Ανάγκες των Δικαστηρίων και για άλλα Συναφή Θέματα»[13] επισημαίνονται βασικά προβλήματα.

 

Εφέσεις

Στην Έκθεση 2016 γίνεται η επισήμανση ότι «τα τελευταία 10 Χρόνια ενώ ο αριθμός των αστικών και ποινικών εφέσεων που καταχωρήθηκε αυξήθηκε κατά περίπου 75%, ο αριθμός των Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου παρέμεινε ο ίδιος»[14]

Επισημαίνεται επίσης η σταδιακή αύξηση του χρόνου εκδίκασης των εφέσεων που σήμερα είναι πέντε χρόνια για αστικές εφέσεις και 1 – 2 χρόνια , για ποινικές εφέσεις[15]

Για αντιμετώπιση του προβλήματος γίνεται εισήγηση μελέτης για αναδιάρθρωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου[16] αλλά και για τη δημιουργία Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο  να καταστεί Τριτοβάθμιο. Το συμπέρασμα καταχωρείται ως εξής:[17]

 

«Η ανυπαρξία καθιερωμένου  Tριτοβάθμιου Δικαστηρίου δεν συμβάλλει καθόλου στην βεβαιότητα δικαίου. Η δημιουργία Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου , το οποίο επιλαμβάνεται εφέσεων από τα πρωτόδικα Δικαστήρια θα συμβάλει ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο ως Τριτοβάθμιο Δικαστήριο με μειωμένο αριθμό Δικαστών, να επιλαμβάνεται κατόπιν αδείας και μόνο, περιορισμένου αριθμού εφέσεων, κυρίως επί νομικών σημείων ή επί νομικών θεμάτων που ενέχουν σημαντικό δημόσιο ενδιαφέρον».

 

Προτείνονται επίσης  μέτρα όπως η δημιουργία εξειδικευμένων Τμημάτων, διαχωρισμός εφέσεων για ταχεία εκδίκαση, πρόσληψη εξειδικευμένου διοικητικού προσωπικού  και η μεταφορά υποθέσεων ναυτοδικείου στα επαρχιακά[18] Εκτός των πιο πάνω γίνεται η εισήγηση για μείωση του αριθμού εφέσεων[19]

 

Για το σκοπό  αυτό προτείνονται τα πιο κάτω:

  1. Περιορισμός του δικαιώματος έφεσης σε ενδιάμεσες αποφάσεις οι οποίες δεν επηρεάζουν τελεσίδικα τα συμφέροντα των διαδίκων.
  2. Το ενδεχόμενο άδειας για να καταχωρηθεί έφεση όπου τα ποσά είναι μικρά, στη βάση συγκεκριμένων αυστηρών κριτηρίων. Δυνατόν να τεθεί ελάχιστο χρηματικό όριο όπως τη Γερμανία.
  3. Το ενδεχόμενο αύξησης δικαστικών τελών.

Γενικά

Πέραν του τομέα των Εφέσεων γίνονται εισηγήσεις που αφορούν την Αναδιάρθρωση λειτουργείας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, των Επαρχιακών και άλλων Δικαστηρίων και άλλες[20] όπως η σύσταση πρότυπου Εμπορικού Δικαστηρίου[21]  και Διεθνούς Δικαστηρίου Εμπορικών Υποθέσεων.

 

Αναγκαιότητα Εξειδίκευσης. 

5.  Για  σκοπούς της παρούσης εισήγησης μου δεν θα ασχοληθώ με όλα τα προβλήματα αλλά θα επικεντρωθώ στην αναγκαιότητα κατά την γνώμη μου, της εκ βάθρων αναδιάρθρωσης της Δικαστηριακής Δομής έτσι που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες ενός σύγχρονου συστήματος Δικαστηρίων για την απονομή της Δικαιοσύνης με ταχείς ρυθμούς και με ποιότητα στις αποφάσεις. Η εισήγηση μου δεν πρέπει να ιδωθεί σαν ξεχωριστή από άλλες εισηγήσεις οι οποίες αποσκοπούν στην συνολική βελτίωση του Συστήματος.

6.  Είναι η πεποίθηση μου ότι δεν μπορεί στην Κύπρο στου 21ου  αιώνα να συνεχίσουμε με το Δικαστηριακό Σύστημα ουσιαστικά του 19ου αιώνα. Πρώτιστο μέλημα πρέπει να είναι η εξειδίκευσης και η απονομή της Δικαιοσύνης από εξειδικευμένους Δικαστές και Δικηγόρους σε ένα σύγχρονο Μηχανογραφημένο Σύστημα. Παρήλθε ο καιρός όπου ένα Δικαστήριο και Δικηγόρος ήταν «παντογνώστης» και μπορούσε με σχετική ευκολία να επιληφθεί και να επιλύσει παντός φύσεως υποθέσεις. Σε όλες τις χώρες οι οποίες σέβονται και εφαρμόζουν το Κράτος Δικαίου οι ίδιοι οι Δικηγόροι εξειδικεύονται σε Μεταπτυχιακό επίπεδο σε διάφορους τομείς όπως είναι Εμπορικό Δίκαιο, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Δημόσιο Δίκαιο, Ποινικό Δίκαιο, Οικογενειακό Δίκαιο , περιουσιακό Δίκαιο και Δίκαιο Κληρονομιών , Φορολογικά Θέματα κ.ο.κ.

Στην Αγγλία.

Στην Αγγλία[22] το πρότυπο της οποίας ακολουθούμε με τις ανάλογες προσαρμογές σε πολλούς τομείς η εξειδίκευση του Δικαστηρίου επιτυγχάνεται μέσα από την τμηματοποίηση του Ανώτατου Πρωτοδικείου (High Court) το οποίο επιλαμβάνεται υποθέσων κλίμακας  £50.000 για προσωπικές βλάβες και £15.000 για άλλα θέματα . Τα τμήματα είναι τρία (α) Chancery Division , (β) Queens Bench Division  και (g) Family Division. Στο τμήμα της Καγκελαρίας (Chancery Division) εκδικάζονται Περιουσιακά, θέματα Ακίνητης Ιδιοκτησίας, Εμπιστεύματα, Κληρονομικού Δικαίου, Διαχειρίσεων, Πτωχεύσεων, Εταιρικού Δικαίου, Εμπορικών Σημάτων, Πνευματικά Δικαιώματα. Στο Τμήμα της Βασιλικής Έδρας (Queen’s Bench), επιδικάζονται υποθέσεις Συμβάσεων, Αστικών Αδικημάτων, Εμπορικού Δικαίου από Εμποροδικείον[23] με εξειδικευμένους Δικαστές, Ναυτοδικείο[24]  , Δικαστήριο Κατασκευών και Τεχνολογίας (Technology and Construction Court)[25]. To Τμήμα αυτό ακούει και Ποινικές Εφέσεις σε νομικά θέματα από τα Πρωτοδικεία (Magistrates Courts). Είναι αρμόδιo επίσης για θέματα Δικαστικής Αναθεώρησης (Judicial Review) στο τομέα Διοικητικού Δικαίου και Προνομιακών Διαταγμάτων. Το Τμήμα Οικογένειας ασχολείται με όλα τα θέματα του Οικογενειακού Δικαίου.

 

Κυπριακή Πραγματικότητα.

 

7.  Η εξειδίκευση των Δικηγόρων σε Μεταπτυχιακό επίπεδο εξανεμίζεται ή τουλάχιστο αποδυναμώνει εφόσον ο Δικηγόρος καλείται μέσα στο πλαίσιο του υφιστάμενου παραδοσιακού συστήματος να διευρύνει τις γνώσεις του και πεδίο εφαρμογής τους εφ’ όλης της ύλης. Στην συντριπτική πλειοψηφία τους τα Δικαστήρια όπως και οι Δικηγόροι  επιλαμβάνονται ενός μεγάλου φάσματος υποθέσεων χωρίς την απαραίτητη εξειδίκευση. Δικαστές και Δικηγόροι καλούνται να χειριστούν υποθέσεις του Ποινικού Δικαίου του Συνταγματικού Δικαίου του Αστικού Κώδικα κτλ εφ’ όλης της ύλης. Τούτο αντανακλά τόσον στην ταχύτητά απονομής της Δικαιοσύνης αλλά και στην ποιότητα της. Τόσον οι Δικηγόροι όσο και οι Δικαστές εφόσον θα επιληφθούν υπόθεσης στην οποία δεν έχουν την απαραίτητη εξειδίκευση υποχρεώνονται να αναλώσουν πολύ μεγαλύτερο χρόνο για να εξοικειωθούν με το Δίκαιο . Η εξοικείωση τους αυτή στα πρώτα στάδια αντανακλά σε χαμηλή ως μέτρια ποιότητα χειρισμού των θεμάτων η οποία θα βελτιωθεί μετά από αρκετά χρόνια μέσα από την σχετική εμπειρία που θα αποκτηθεί.

 

Εισηγήσεις:  Τμήματα Επαρχιακών Δικαστηρίων.

 

8.  Είναι η εισήγηση μας ότι θα πρέπει να γίνει διαχωρισμός των υποθέσεων για να αποκτηθεί η απαραίτητη εξειδίκευση σε όλα τα επίπεδα.  Δια τον σκοπό αυτό η εισήγηση μας είναι ότι:

  1. Θα πρέπει να καταργηθούν όλα τα εξειδικευμένα Δικαστήρια, οι Δικαστές αυτών να ενταχθούν στα Επαρχιακά Δικαστήρια, τα δε Επαρχιακά Δικαστήρια να επιλαμβάνονται υποθέσεων στην βάση καθ’ ύλην διαχωρισμού αυτών για να επιτευχθεί η απαραίτητη εξειδίκευση.

 

  1. Σε πρώτη φάση σε κάθε Επαρχιακό δικαστήριο στην κάθε επαρχία θα μπορούσε να δημιουργηθούν τέσσερα ξεχωριστά τμήματα.

 

(α)       Τμήμα Οικογενειακού Δικαίου , Περιουσιακών Διαφορών, Κληρονομιών και Διαχειρίσεων. Στο Τμήμα αυτό θα υπαχθούν όλες οι υποθέσεις που αφορούν το Οικογενειακό Δίκαιο συμπεριλαμβανομένων των Περιουσιακών Διαφορών, Σχέσεων Γονέων και Τέκνων, Υιοθεσίας , θέματα Γάμου , θέματα Διαζυγίου, Διατροφής, ως επίσης και θέματα που αφορούν το Νόμο Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας, καθορισμό αποζημιώσεων δια απαλλοτριώσεις, επιτάξεις , θέματα που αφορούν το Κληρονομικό Δίκαιο , την διαδοχή  και οτιδήποτε άλλο σχετίζεται με τα πιο πάνω θέματα.

 

(β) Τμήμα Εμπορικού Δικαίου και Δικαίου Εταιρειών, Συνεταιρισμών, Εμπιστευμάτων, Εμπορικών Σημάτων κλπ. Στο τμήμα αυτό θα υπάγονται υποθέσεις που αφορούν Συμφωνίες Εμπορικής Φύσεως, θέματα επίσης που αφορούν επίσης το Ναυτικό Δίκαιο,  Ασφαλιστικό Δίκαιο, θέματα μεταφοράς εμπορευμάτων δια θαλάσσης και/ή αέρος, το Εταιρικό Δίκαιο, και οποιοδήποτε θέμα αφορά τις Εταιρείες την λειτουργία τους , την Μετοχική διάρθρωση τους , θέματα Μετοχικού Κεφαλαίου, θέματα Συνεταιρισμών, και εν γένη θέματα που αφορούν το Δίκαιο για τα Εμπιστεύματα συμπεριλαμβανομένων και των Διεθνών Εμπιστευμάτων.

 

(γ) Τμήμα Αστικού Δικαίου μέσα στο οποίο θα εμπίπτει οτιδήποτε άλλο που δεν εμπίπτει στα άλλα Τμήματα. Αυτό  συμπεριλαμβάνει όλα τα αστικά αδικήματα.

 

(δ)  Τμήμα Ποινικών Υποθέσεων.

Στον τομέα απονομής Ποινικής Δικαιοσύνης θα πρέπει να δημιουργηθούν μόνιμα                                                               Κακουργιοδικεία σε ικανό αριθμό που απαιτείται στην κάθε επαρχία με την δυνατότητα αυξομείωσης τους και μεταφοράς τους σε άλλες επαρχίες ανάλογα με τις ανάγκες. Όσον αφορά τα Επαρχιακά Δικαστήρια, οι Δικαστές αυτών θα εξακολουθήσουν να εκδικάζουν τις Ποινικές υποθέσεις σε βαθμό πλημμελήματος . Στα θέματα της Ποινικής Δικαιοσύνης οι Επαρχιακοί Δικαστές θα είναι μόνιμοι στον τομέα ποινικών υποθέσεων. Η ανέλιξη τους στο Κακουργιοδικείο θα ακολουθεί τις ίδιες βαθμίδες του Επαρχιακού, Ανώτερου και Προέδρου.

 

Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα όσον αφορά το ύψος των απαιτήσεων, των Επαρχιακών Δικαστών θα παραμείνει η ίδια όπως και η κατά τόπον αρμοδιότητα με την διαφορά ότι το κάθε τμήμα θα έχει δικό του Πρόεδρο ή Προέδρους και οι Δικαστές του τμήματος σε όλες τις βαθμίδες δηλαδή Ανώτερους και Επαρχιακούς.  Πρέπει οι Δικαστές των Τμημάτων να έχουν ακαδημαϊκά προσόντα σε μεταπτυχιακό επίπεδο που αφορούν το τμήμα και θα ανελιχθούν εντός του τμήματος για να μπορούν να εξειδικευτούν περαιτέρω και να βελτιώσουν με τον τρόπο αυτό τόσο την ταχύτητα έκδοσης αποφάσεων όσο και την ποιότητα αυτών. Σύστημα συνεχούς επιμόρφωσης στο τομέα τους είναι απαραίτητο.

 

9.  Εκ των πράγματων θα παραμείνουν σε λειτουργία το Στρατοδικείο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών[26] εφόσον ασχολούνται με θέματα εκτός της αρμοδιότητας των Επαρχιακών Δικαστηρίων.

Ο Πρόεδρος του κάθε τμήματος και όπως οιοσδήποτε Δικαστής του τμήματος θα έχει την αρμοδιότητά να παραπέμψει υπόθεση η οποία καταχωρήθηκε στο τμήμα του σε άλλο τμήμα της ίδιας ή άλλης επαρχίας σε περίπτωση που διαπιστώνει μεγαλύτερη συνάφεια ή αναρμοδιότητα ή κρίνει ότι τούτο είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.

 

Δευτεροβάθμιο Εφετείο.

 

10.  Στο επίπεδο των Εφέσεων θα πρέπει απαραιτήτως να προχωρήσουμε εφόσον αυτή είναι και η εισήγηση του Ανώτατου Δικαστηρίου στη δημιουργία Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου το οποίο και αυτό θα πρέπει να διαιρεθεί σε τμήματα εξειδίκευσης. Θεωρώ ότι είναι πρέπον το Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο να διαιρεθεί σε δύο τμήματα Τριμελών Εφετείων.

Το Πρώτο Τμήμα θα επιλαμβάνεται υποθέσεων Ποινικού Δικαίου, και

Το Δεύτερο Τμήμα θα επιλαμβάνεται υποθέσεων όλων των άλλων τμημάτων των Επαρχιακών Δικαστηρίων. Όσον αφορά τις διαδικασίες για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων αυτές θα συνεχίσουν να εκδικάζονται από Δικαστή του Δευτεροβάθμιου Εφετείου σε μονομελή σύνθεση και θα αποφασίζονται κατ’ Έφεση σε τριμελή σύνθεση του ίδιου του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου.

 

Ανώτατο Δικαστήριο:  Τριτοβάθμιο.

 

11.  Ανάλογη τμηματοποίηση  θα πρέπει να εισαχθεί και στο Τριτοβάθμιο Ανώτατο Δικαστήριο. Τα τμήματα θα είναι βασικά τέσσερα δηλαδή το Τμήμα Συνταγματικού Δικαίου / Εκλογοδικείου και οιονδήποτε άλλων κατά το Σύνταγμα αρμοδιοτήτων (Ολομέλεια). Το Τμήμα Διοικητικού Δικαίου, το Τμήμα Ποινικού και τέλος το Τμήμα Αστικού Δικαίου.

 

Εναλλαξιμότητα.

 

12.  Σε όλα τα τμήματα είτε σε επίπεδο Επαρχιακών Δικαστηρίων , είτε σε επίπεδο Δευτεροβάθμιου ή Τριτοβάθμιου Δικαστηρίου η απονομή της Δικαιοσύνης θα γίνεται από τους εξειδικευμένους Δικαστές των τμημάτων αυτών, ο διορισμός και η ανέλιξης των οποίων κατά κανόνα θα περιορίζεται στο τμήμα του χωρίς αυτό να αποκλείει το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Ανώτατο Δικαστήριο όπου κρίνει ότι οι ανάγκες της Δικαιοσύνης υπαγορεύουν τούτο να αποκλίνει από την βασική αυτή αρχή ιδιαίτερα για σκοπούς εναλλαξιμότητας και εμπλουτισμού.

 

Ειδίκευση Δικηγόρων.

 

13.  Η τμηματοποίηση και η συνεπαγόμενη εξειδίκευση θα αντανακλά και στην ποιότητα και εξειδίκευση Δικηγόρων και Δικηγορικών γραφείων  στα Δικαστηριακά τμήματα με αποτέλεσμα Δικαστές και Δικηγόροι να μιλούν την ίδια γλώσσα στο ίδιο επίπεδο κάτι το οποίο κατά την γνώμη μου θα επιταχύνει  τους ρυθμούς απονομής Δικαιοσύνης αλλά και την ποιότητα των αποφάσεων και του επιπέδου δικηγορίας. Η τμηματοποίηση και εξειδίκευση των Δικαστηρίων μπορεί να γίνει άμεσα χωρίς ιδιαιτέρες δυσκολίες.

 

Εξελίξεις μελλοντικά.

 

15.  Σε πρώτη φάση με τις κατάλληλες τροποποιήσεις του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 αλλά και του Συντάγματος θα επιτευχθεί η Τμηματοποίηση των Δικαστηρίων. Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο έχει την ευχέρεια γνωρίζοντας και την πείρα των Δικαστών και προσόντα αυτών,  να προχωρήσει στις κατάλληλες τοποθετήσεις και όπου χρειάζεται να προσληφθούν και τοποθετηθούν ανάλογα νέοι Δικαστές. Σε δεύτερη φάση δεν αποκλείω με την μηχανοποίηση των καταχωρήσεων δικαστικών εγγράφων την δημιουργία ενός Πρωτοδικείου με τα διάφορα του Τμήματα με ενιαίο Πρωτοκολλητείο τα οποία θα συνεδριάζουν  είτε στην Λευκωσία είτε σε άλλες επαρχίες ανάλογά με τις ανάγκες με τον αριθμό των υποθέσεων έτσι που να επιτυγχάνεται μια καλύτερη και ισομερής αριθμητικά κατανομή.

 

Οι εισηγήσεις αυτές αποτελούν μέρος των υπολοίπων εισηγήσεων για αναβάθμιση και βελτίωση της ποιότητας απονομής της Δικαιοσύνης γενικότερα όπως αύξηση του αριθμού των Δικαστών, Μηχανοποίηση, απλοποίηση  του Δικονομικού πλαισίου, Διαμεσολάβηση, παραπομπή σε Διαιτησίες κλπ.

 

 

Δρ. Χρίστος Κληρίδης

Πρόεδρος Τμήματος Νομικής

Πανεπιστημίου Frederick

 

Νοέμβριος 2016.

 


[1] Law 17.1.1878: Order in Council, 14.9.1878, Order in Council, 30.11.1882. Περί Κυπριακών Δικαστηρίων Διάταγμα 1882.

[2] Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια «Κύπρος», Πυρσός, σελίδα (433)40.

[3] Βλέπε εν γένει Περί Δικαστηρίων Νόμος 14/60 ως ετροποποιήθηκε, άρθρο 3.

[4] Βλέπε εν Γένει Συνταγματικές πρόνοιες , 143 και 153 και Περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις Νόμος 33/64.

[5] Περί Ενοικιοστασίου Νόμος 23/83

[6] Πρώτη Τροποποίηση του Συντάγματος 95/89 (Άρθρο ΙΙΙ Συντάγματος) και Νόμος 23/90 για Οικογενειακά Δικαστήρια.

[7] Περί Ετήσιων Αδειών Μετ Απολαβών Νόμος 8/1967, άρθρο 12 Μέρος IV.

[8] Νόμος 101/2003 άρθρο 155, Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών

[9] Περί Εθνικής Φρουράς Νόμος 20/1964 και 40/64.

[10] Νόμος 130(Ι)/2015. Βλέπε επίσης Νόμο 131 (1)/2015 για την Ιδρυση και Λειτουργία Διοικητικού Δικαστηρίου. Εφέσεις γίνονται μόνο επί νομικών σημείων.

[11] Βλέπε παρουσίαση καθηγητή Κ. Κόμπου Πανεπιστημίου Κύπρου 25.10.2016 Ανώτατο Δικαστήριο Κύπρου (ιστοσελίδα Αν. Δικ. Κύπρου)

[12] Σελίδες 48 – 52, Έκθεση Ανωτάτου Δικαστηρίου για τις Λειτουργικές Ανάγκες των Δικαστηρίων και για άλλα Συναφή Θέματα.

[13] Ιούνιος 2016, Μέλη της Επιτροπής, Γιώργος Ερωτοκρίτου, ΔέσπωΜιχαηλίδη, Αντώνης Λιάτσος.

[14] Σελίδα 26.

[15] Ibid, σελ. 26

[16] Ibid, σελ. 26

[17] Ibid, σελ. 27

[18] Ibid, σελ. 27-29.

[19] Ibid, σελ. 28.

[20] Βλέπε ibid σελίδες 56 – 58, 54.

[21] Ibid σελ. 35

[22] Ιδέ Walker & Walker’s English Legal System 2008, 10 trial, σελ. 252 – 258.

[23] Αdministration of Justice Act.1970.

[24] Άρθρο 20 Supreme Court Act. 1981.

[25] . Supreme Court Act 1981, 568 and Sch2 as announced by the civil Procedure Act 1977.

[26] Εφ’ όσον δεν ήθελε καταργηθεί πλέον εν’ όψει διεύρυνσης του Διοικητικού Δικαστηρίου.