Το Μάρτιο του 2003 (17.3.2003) δημοσιεύτηκε με σχετική ειδοποίηση αρ. 311 η αναθεώρηση του Τοπικού Σχεδίου Πάφου. Υποβλήθηκαν οι ενστάσεις από επηρεαζόμενους ιδιοκτήτες γης μέσα στην τότε προνοουμένη προθεσμία οκτώ μηνών (σήμερα τεσσάρων) οι οποίες «εξετάστηκαν» από τον Υπουργό και το Υπουργικό Συμβούλιο κατά νόμο αρμόδιο το οποίο πήρε και την τελική απόφαση του. Το τελικό Αναθεωρημένο Σχέδιο δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα στις 27.10.2006. Ακολούθησαν προσφυγές στο Ανώτατο Δικαστήριο οι πλείστες εκ των οποίων εκκρεμούν προς εκδίκαση.
Κατά την εξέταση των ενστάσεων την περίοδο 2003-2006 ο αρμόδιος Υπουργός Εσωτερικών ο οποίος εξέτασε τις ενστάσεις για να υποβάλει Έκθεση στο Υπουργικό Συμβούλιο, ανέθεσε την εξέταση των ενστάσεων σε τρεις ουσιαστικά Επιτροπές. Την Ε.Μ.Ε. (Επιτροπή Μελέτης Ενστάσεων) με μέλη τοπικούς παράγοντες της Τοπικής Διοίκησης, υπαλλήλους του Τμήματος Πολεοδομίας, το Πολεοδομικό Συμβούλιο και την Επιτροπή του Πολεοδομικού Συμβουλίου.
Η διαδικασία αυτή καθιερώθηκε στη βάση Εγκυκλίου και δεν είναι θεσμοθετημένη διά νόμου στις σχετικές πρόνοιες του Νόμου 90/72, περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας, άρθρα 10-18 που αφορούν την εκπόνηση και αναθεώρηση από καιρού εις καιρό των Τοπικών Σχεδίων. Η «κάλυψη» του νομοθετικού αυτού κενού με εγκυκλίους εγκυμονεί κινδύνους.
Ηδη το Ανώτατο Δικαστήριο στην προσφυγή 236/00 Γεώργιος Οδυσσέως Γεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (28.11.03), απεφάσισε ότι η μη τήρηση ολοκληρωμένων πρακτικών σε όλα τα επίπεδα των Επιτροπών ιδιαίτερα για τη σύνθεση της, οδηγεί στην ακυρότητα της όλης διαδικασίας.
Πέραν όμως από την αδυναμία αυτή προκύπτει θέμα ότι η σύνθεση των Επιτροπών αυτών δεν είναι και πάντοτε η καταλληλότερη. Σε πρώτο στάδιο σε τοπικό επίπεδο π.χ. για την Τρεμιθούσα Πάφου την Ε.Μ.Ε. στελέχωσαν ο Κοινοτάρχης, εκπρόσωπος της Επαρχιακής Διοίκησης και του Επαρχιακού Γραφείου Πολεοδομίας. Σώμα ακατάλληλο, κατά τη γνώμη μου, για να εκφράσει ολοκληρωμένες και τεκμηριωμένες απόψεις π.χ για θέματα τουριστικής ανάπτυξης τα οποία είχαν εγερθεί.
Παντελής η έλλειψη επίσης σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας ακρόασης και της εμπλοκής του ΕΤΕΚ ή μελών του για να εκφράσουν απόψεις. Εχοντας υπόψη και την εγγενή αδυναμία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου να εξετάσει «τεχνικά θέματα» παρά μόνο την τήρηση της διαδικασίας ουσιαστικά και του Νόμου και την αδυναμία του σύμφωνα με την δική του Νομολογία να εξετάσει την ουσία του Τοπικού Σχεδίου, ουσιαστικά θεσπίζονται και επικυρώνονται οι απόψεις Επιτροπών σε διάφορα επίπεδα κυρίως «τεχνοκρατών» χωρίς ουσιαστικό διάλογο με το ευρύτερο κοινό, την Τοπική Διοίκηση ευρύτερα και τον ιδιωτικό τομέα.
Με λίγα λόγια η διαδικασία ενστάσεων και εξέταση τους πάσχει και χρήζει αναθεώρησης για να έχουμε ένα καλύτερο και πλέον δημοκρατικό αποτέλεσμα και για να αποφεύγονται επίσης κρούσματα κατάχρησης εξουσίας και εξυπηρέτησης συμφερόντων στη διαμόρφωση ζωνών ανάπτυξης κατά την εξέταση ενστάσεων και λήψη τελικών αποφάσεων.
Δρ. Χρίστος Κληρίδης
Δικηγόρος Λευκωσία, 29 Αυγούστου 2008